κινητήρας

κινητήρας
Μηχανή η οποία παράγει μηχανική ενέργεια απορροφώντας ενέργεια άλλης μορφής, συνηθέστερα θερμική, ηλεκτρική ή υδραυλική. Η ποσότητα της απορροφώμενης ενέργειας είναι πάντοτε μεγαλύτερη από την ποσότητα της παραγόμενης, εξαιτίας των απωλειών που υπάρχουν κατά την ενεργειακή μετατροπή. Ως απώλειες ενός κ. ορίζεται η διαφορά μεταξύ της παραγόμενης και της απορροφώμενης ενέργειας. Οι σχεδιαστές και οι κατασκευαστές κ. επιδιώκουν να μειώνουν στο ελάχιστο τις απώλειες, σε σχέση με την αύξηση της απόδοσης, ώστε να λειτουργεί ο κ. κατά τον οικονομικότερο τρόπο. ηλεκτρικοί κ. Ο πρώτος ηλεκτρικός κ. κατασκευάστηκε το 1834 και, αφού υπέστη ορισμένες βελτιώσεις, εφαρμόστηκε, με την ενθάρρυνση του τσάρου Νικολάου της Ρωσίας, ως κινητήρια μηχανή σε ένα πλοίο που έπλεε στον ποταμό Νέβα. Τον τροφοδοτούσαν ηλεκτρικές συστοιχίες και αυτό είχε συνέπεια η λειτουργία του να μην είναι ούτε οικονομική ούτε πρακτική. Οι ηλεκτρικοί κ. αξιοποιήθηκαν κατά το δεύτερο μισό του 19ου αι., όταν άρχισε να παράγεται ηλεκτρική ενέργεια συνεχούς ρεύματος με τη δυναμοηλεκτρική μηχανή και εναλλασσόμενου ρεύματος με τους εναλλάκτες, και όταν άρχισαν να κατασκευάζονται ηλεκτρικές γραμμές μεταφοράς με περιορισμένες απώλειες. Οι ηλεκτρικοί κ. είναι περιστρεφόμενα μηχανικά συγκροτήματα τα οποία αποτελούνται από ένα μεταλλικό δακτυλιοειδές περίβλημα, που είναι τοποθετημένο σε ένα πόδι στήριξης και προσαρμογής (στάτης), από ένα τύμπανο με δέσμες μαγνητικών ελασμάτων, προσαρμοσμένο σε έναν κινητήριο άξονα (στροφέας) και εδραζόμενο σε στηρίγματα και σε έδρανα, και από ένα ηλεκτρομαγνητικό σύστημα, το οποίο συμπληρώνει τον κ. και αποτελείται από πηνία από χάλκινους αγωγούς, κατάλληλα περιελιγμένα και στερεωμένα στα πολικά τμήματα και σε κοιλώματα του στάτη και του στροφέα. Τα πηνία του στάτη (τύλιγμα επαγωγέα) τροφοδοτούνται από μια εξωτερική ηλεκτρική γραμμή που καταλήγει σε κατάλληλους ακροδέκτες και διαρρέονται από ηλεκτρικό ρεύμα, το οποίο παράγει ένα μαγνητικό πεδίο. Οι αγωγοί που είναι στερεωμένοι στον στροφέα (περιέλιξη επαγώγιμου) βρίσκονται συνεπώς βυθισμένοι στο προηγούμενο μαγνητικό πεδίο και υφίστανται δυνάμεις, η συνισταμένη ροπή των οποίων προκαλεί την περιστροφή του άξονα. Κατά τη μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε μηχανική υφίστανται απώλειες, οι οποίες κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: μηχανικές, εξαιτίας της τριβής πάνω στα στηρίγματα και του αερισμού (οι ηλεκτρικοί κ. διαθέτουν συνήθως έναν ανεμιστήρα στερεωμένο στον άξονα, στο εσωτερικό του περιβλήματος, ο οποίος προκαλεί την αναγκαία κίνηση του αέρα για τη μεταφορά της θερμότητας που παράγεται στο εσωτερικό της μηχανής)· απώλειες στον χαλκό (φαινόμενο Τζάουλ), δηλαδή εκείνες που οφείλονται στο γεγονός της θέρμανσης των αγωγών που διαρρέονται από ηλεκτρικό ρεύμα· απώλειες στον σίδηρο, που οφείλονται σε σχηματισμό παρασίτων ρευμάτων στο μαγνητικό κύκλωμα. Το εξωτερικό περίβλημα των ηλεκτρικών κ. παρουσιάζει διάφορες μορφές, ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο προορίζεται να λειτουργήσει ο κ. Υπάρχουν κ. ανοιχτού τύπου, στους οποίους το περίβλημα φέρει κατάλληλα ανοίγματα στο κατώτερο μέρος για την κυκλοφορία του αέρα και κ. κλειστού τύπου, το περίβλημα των οποίων δεν φέρει ανοίγματα, αλλά μια επιφάνεια με πτερύγια, ούτως ώστε να διευκολύνεται η απαγωγή της θερμότητας με αγωγή και ακτινοβολία. Οι ανοιχτοί κ. είναι κατάλληλοι για κανονικά περιβάλλοντα. Σε τόπους όπου υπάρχει σκόνη, υγρασία ή προσβολή από τα ατμοσφαιρικά στοιχεία πρέπει να χρησιμοποιούνται κ. κλειστού τύπου. Σε χώρους όπου υπάρχει κίνδυνος σχηματισμού εκρηκτικών μειγμάτων (διυλιστήρια πετρελαίου, ορισμένες χημικές βιομηχανίες, αποθήκες πτητικών υγρών κ.ά.) κατασκευάζονται αντιεκρηκτικοί κ., δηλαδή κ. εφοδιασμένοι με ειδικό περίβλημα, κατάλληλο να εμποδίσει τη διάδοση της φλόγας (η οποία μπορεί να οφείλεται σε εκρήξεις στο εσωτερικό του κ.) στο εξωτερικό περιβάλλον. Οι ηλεκτρικοί κ. κατατάσσονται σε δύο βασικές κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο τροφοδοσίας τους, στους κ. συνεχούς ρεύματος και στους κ. εναλλασσόμενου ρεύματος. Οι κ. συνεχούς ρεύματος έχουν δομή όμοια με τη δυναμοηλεκτρική μηχανή και η λειτουργία τους είναι αναστρέψιμη. Εφαρμόζονται σε περιπτώσεις όπου χρειάζεται μια εύκολη ρύθμιση της ταχύτητας (ηλεκτρική έλξη, έλαστρα κ.ά.), η οποία επιτυγχάνεται με μεταβολή του ρεύματος διέγερσης ή της τάσης τροφοδοσίας με κατάλληλους ροοστάτες. Οι κ. εναλλασσόμενου ρεύματος κατατάσσονται σε σύγχρονους και ασύγχρονους. Οι πρώτοι μοιάζουν με τον εναλλάκτη και συνεπώς είναι αναστρέψιμες μηχανές που μπορούν να λειτουργήσουν είτε ως γεννήτριες είτε ως κ. Η ταχύτητά τους συνδέεται με τη συχνότητα του δικτύου που τους τροφοδοτεί. Η ταχύτητα του κ. αυτού είναι σταθερή και συνεπώς οι χρήσεις του περιορίζονται στις εφαρμογές όπου είναι αναγκαίο να μη μεταβάλλεται η ταχύτητα. Συνήθως έχουν έναν βοηθητικό κ. εκκίνησης που προσδίδει στον κύριο κ. έναν αριθμό στροφών ο οποίος συμβιβάζεται με τη συχνότητα (ταχύτητα συγχρονισμού). Οι ασύγχρονοι κ. έχουν απλούστερη κατασκευή, γιατί έχουν το επαγώγιμο τύλιγμα βραχυκυκλωμένο, και λειτουργούν σε ταχύτητες λίγο κατώτερες από την ταχύτητα συγχρονισμού. Για τους ασύγχρονους κ. μέσης και μεγαλύτερης ισχύος είναι αναγκαίο, στη φάση της εκκίνησης, να συνδέεται η περιέλιξη του στροφέα με έναν ροοστάτη εκκίνησης, ο οποίος αυξάνει την αντίσταση της περιέλιξης και ελαττώνει, έτσι, το απορροφούμενο ρεύμα. Αυτό είναι αναγκαίο για να μην υπερφορτώνεται το δίκτυο διανομής. θερμικοί κ. Βασικοί θερμικοί κ. είναι οι κ. εσωτερικής καύσης. Θερμικοί κ. είναι επίσης οι στρόβιλοι, οι ατμοστρόβιλοι και οι αεριοστρόβιλοι, αλλά αποτελούν ιδιαίτερη κατηγορία, λόγω των ιδιαίτερων μηχανικών χαρακτηριστικών που διαθέτουν. Εφευρέτες του κ. εσωτερικής καύσης υπήρξαν οι Ιταλοί Εουτζένιο Μπαρσάντι και Φελίτσε Ματεούτσι, οι οποίοι κατασκεύασαν το πρώτο στοιχειώδες υπόδειγμα το 1854. Μόνο προς το τέλος του 19ου αι., ύστερα από διαδοχικές βελτιώσεις οφειλόμενες στον Νίκολας Ότο, στον Αλφόνς Μπο ντε Ροσά, στον Ντέμλερ και σε άλλους, ο κ. εσωτερικής καύσης έγινε εύχρηστος, κυρίως στα μεταφορικά μέσα (αυτοκίνητο, μοτοσικλέτα). Ο κ. εσωτερικής καύσης αποτελείται από ένα σώμα (συνήθως από χυτοσίδηρο) που περιέχει τις κοιλότητες των κυλίνδρων, από τα έμβολα (με ελαστικούς δακτυλίους στεγανότητας) τα οποία μετατοπίζονται στους κυλίνδρους και από έναν στροφαλοφόρο κινητήριο άξονα με σφόνδυλο. Ο σφόνδυλος αυτός στηρίζεται σε έδρανα βάσης και δέχεται την κίνηση από τα έμβολα μέσω διωστήρων και στροφάλων από μία κεφαλή (από χυτοσίδηρο ή ελαφρό κράμα), τοποθετημένη στην κορυφή του σώματος, η οποία κλείνει τους κυλίνδρους και φέρει τις κοιλότητες των θαλάμων συμπίεσης και καύσης, καθώς και τις βαλβίδες εισαγωγής και εξαγωγής. Αποτελείται επίσης και από κάποια άλλα όργανα, όπως ο άξονας διανομής για την κίνηση των βαλβίδων (ο οποίος περιστρέφεται από τον κινητήριο άξονα με οδοντωτούς τροχούς, αλυσίδες ή οδοντωτούς ιμάντες), ο εξαερωτής, οι σπινθηριστές, ο πολλαπλασιαστής για τους κ. έκρηξης, η αντλία έγχυσης και οι διασκορπιστές για τους κινητήρες ντίζελ, το σύστημα ψύξης, με κυκλοφορία νερού ή και αέρα, το σύστημα λίπανσης. Οι κ. εσωτερικής καύσης διακρίνονται σε κ. έκρηξης (με κύκλο του Ότο) και σε κ. ντίζελ. Οι πρώτοι χρησιμοποιούν ελαφρά καύσιμα, συνήθως βενζίνη, η οποία αναμειγνύεται με αέρα στον εξαερωτή (καρμπιρατέρ) και ακολούθως αναρροφάται στους κυλίνδρους. Η ανάφλεξη του μείγματος αέρα-βενζίνης προκαλείται από τον σπινθήρα που εκπηδά από τα ηλεκτρόδια του σπινθηριστή. Στους κ. ντίζελ χρησιμοποιείται ως καύσιμο το πετρέλαιο, το οποίο οι διασκορπιστές εισάγουν στους κυλίνδρους σε μορφή μικρών σταγονιδίων που αναφλέγονται αυτομάτως, όταν έρθουν σε επαφή με τον ισχυρά θερμασμένο αέρα, εξαιτίας της αδιαβατικής συμπίεσης. Το μεγαλύτερο μέρος των κ. εσωτερικής καύσης εκτελούν κύκλο τεσσάρων χρόνων, συγκεκριμένα εισαγωγή του μείγματος (αέρα-βενζίνης στους κ. έκρηξης και μόνο αέρα στους κ. ντίζελ), συμπίεση και καύση (στους κ. έκρηξης, στο τέλος της συμπίεσης του μείγματος, εκπηδά ο σπινθήρας που προκαλεί την έναυση, ενώ στους κ. ντίζελ, στο τέλος της συμπίεσης του αέρα, ο διασκορπιστής εκπέμπει διασκορπισμένο πετρέλαιο), εκτόνωση και εξαγωγή. Η ενεργή φάση, δηλαδή η περίοδος παραγωγής έργου, είναι η εκτόνωση. Οι άλλες φάσεις είναι παθητικές. Στους κ. έκρηξης η καύση γίνεται υπό σταθερό όγκο, γιατί αυτή αρχίζει και αναπτύσσεται όταν το έμβολο βρίσκεται στην αρχή της διαδρομής της καθόδου. Στους κ. μικρής απόδοσης, με έναν ή δύο κυλίνδρους, ο κύκλος λειτουργίας είναι δίχρονος, δηλαδή πραγματοποιεί μία κινητήρια φάση ανά περιστροφή, αντί μία κάθε δύο περιστροφές, όπως στον τετράχρονο. Στον δίχρονο κ. η διαδικασία περιλαμβάνει εισαγωγή στο ελαιοδοχείο συγχρόνως με τη συμπίεση στον κύλινδρο και συμπίεση στο ελαιοδοχείο μαζί με την εκτόνωση που ακολουθείται αμέσως από την εξαγωγή. Στους δίχρονους κ. έκρηξης, η βενζίνη αναμειγνύεται με 2-5% ορυκτέλαιο. Τα κυριότερα χαρακτηριστικά ενός κ. εσωτερικής καύσης είναι ο κυλινδρισμός, δηλαδή ο λόγος της συμπίεσης προς τον αριθμό των στροφών ανά λεπτό. Ο κυλινδρισμός προκύπτει από το άθροισμα των όγκων όλων των κυλίνδρων και εκφράζεται συνήθως σε κυβικά εκατοστά ή σε λίτρα. Ο λόγος συμπίεσης είναι το πηλίκο μεταξύ του μέγιστου και του ελάχιστου όγκου, ο οποίος καθορίζεται από το έμβολο κατά τη διαδρομή του. Είναι πολύ υψηλός στους κ. ντίζελ, όπου ο αέρας πρέπει να συμπιεστεί ισχυρά για να φτάσει στη θερμοκρασία αυτανάφλεξης του διασκορπισμένου πετρελαίου. Η κατανάλωση στους κ. έκρηξης είναι 220-250 γρ. βενζίνης για κάθε ώρα λειτουργίας και για κάθε ίππο ισχύος που λαμβάνεται στον άξονα. Οι κ. ντίζελ καταναλώνουν περίπου 180-190 γρ. πετρελαίου ανά ίππο και ώρα. Από αυτό προκύπτει ότι ο κ. ντίζελ έχει υψηλότερη απόδοση λειτουργίας από τον κ. έκρηξης. Το κόστος όμως κατασκευής του είναι μεγαλύτερο για ίση ισχύ, γιατί πρέπει να είναι ανθεκτικός σε υψηλές συμπιέσεις, δηλαδή να είναι ισχυρότερος και συνε πώς βαρύτερος. Με μικρές μετατροπές, οι κ. έκρηξης μπορούν να χρησιμοποιήσουν και άλλα καύσιμα εκτός από βενζίνη, όπως πετρέλαια, υγροποιημένα φυσικά αέρια (προπάνιο και βουτάνιο), μεθάνιο, φωταέριο κ.ά. Ένα ιδιαίτερο είδος κ. ντίζελ είναι ο κ. με πυροκεφαλή, ο οποίος χαρακτηρίζεται από χαμηλό λόγο συμπίεσης. Σε αυτόν, η έναυση του διασκορπισμένου πετρελαίου συντελείται σε επαφή με μια ζώνη, την κεφαλή, η οποία διατηρείται σε πολύ υψηλή θερμοκρασία, λόγω έλλειψης ψύξης. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να χρησιμοποιηθεί βαρύ έλαιο αντί για πετρέλαιο. κ. δι’ αντίδρασης. Οι κ. αυτοί ονομάζονται πυραυλοκινητήρες, στροβιλοκινητήρες, στροβιλοπροωθητήρες ή αλλιώς, ανάλογα με τους τρόπους με τους οποίους παράγεται το προωθητικό ρευστό. Χρησιμοποιούνται κυρίως στα αεροσκάφη και στους πυραύλους. Βασίζονται στην ώθηση που ασκεί το ρευστό στα τοιχώματα ενός δοχείου (αντίδραση), ενώ εξέρχεται από ένα ακροφύσιο. κ. συμπιεσμένου αέρα. Κ. που παράγουν μηχανική ενέργεια εκμεταλλευόμενοι την εκτόνωση του αέρα, ο οποίος προηγουμένως έχει συμπιεστεί και θερμανθεί. Είναι χαμηλής απόδοσης και χρησιμοποιούνται ειδικά στα μεταλλεία, για λόγους ασφαλείας κατά των εκρήξεων (εργαλεία πεπιεσμένου αέρα). παλινδρομικοί κ. με ατμό. Στους κ. αυτούς, οι οποίοι ονομάζονται και ατμομηχανές, παράγεται έργο με την προώθηση –μέσω ατμού υπό πίεση– ενός εμβόλου το οποίο περιέχεται σε έναν κύλινδρο. Μια πυξίδα διανομής ρυθμίζει την κίνηση του εμβόλου έτσι ώστε όταν αυτό φτάσει στο τέλος του κυλίνδρου να αναστρέφεται η τροφοδοσία του ατμού, με αποτέλεσμα να ωθείται το έμβολο στην αντίθετη διαδρομή προς τα επάνω (μηχανές διπλής ενέργειας). Συγχρόνως, κατάλληλοι σύρτες εξαγωγής ανοίγουν και κλείνουν τα δύο άκρα του κυλίνδρου. Η ευθύγραμμη κίνηση του εμβόλου μετατρέπεται σε περιστροφική με ένα σύστημα διωστήρα-στροφάλου. Στον κινητήριο άξονα είναι προσαρμοσμένος ένας σφόνδυλος, ο οποίος ελέγχει την ομαλή ταχύτητα περιστροφής και τη διατηρεί σταθερή ακόμη και στα νεκρά σημεία, στο τέλος της διαδρομής του εμβόλου. Στο σημείο αυτό δεν παράγεται ροπή, επειδή το έμβολο σταματά και αναστρέφει την κίνησή του. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις των μηχανών απλής ενέργειας, στις οποίες ο ατμός εισάγεται πάντα από το ένα μέρος του κυλίνδρου. Στην περίπτωση αυτή, ο σφόνδυλος αναλαμβάνει την κίνηση κατά τη διαδρομή της επιστροφής του εμβόλου. Ανάλογα με το σύστημα εισαγωγής του ατμού, η λειτουργία παρόμοιων μηχανών μπορεί να διακριθεί σε δύο τύπους: πίεσης και εκτόνωσης. Στον πρώτο, ο οποίος ονομάζεται και συνεχούς εισαγωγής, ο ατμός εισάγεται στον κύλινδρο από την αρχή μέχρι το τέλος της διαδρομής του εμβόλου. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται πλήρης εκμετάλλευση του έργου του κ. αλλά ένα ορισμένο μέρος του ατμού εξάγεται στο τέλος κάθε διαδρομής υπό πλήρη πίεση. Στον κ. εκτόνωσης, ο ατμός εισάγεται μόνο κατά ένα πρώτο τμήμα της διαδρομής. Κατά το υπόλοιπο τμήμα ο ατμός εκτονώνεται και επιτυγχάνεται περισσότερη εκμετάλλευση της πίεσής του, αφού ελαττώνονται οι απώλειες. Αντίθετα, δεν υπάρχει πλήρης εκμετάλλευση της μηχανής, η οποία θα επιτελούσε μεγαλύτερο έργο αν το έμβολο δεχόταν την πλήρη πίεση του ατμού για όλη τη διαδρομή. Ο θερμικός κύκλος αυτών των μηχανών είναι ο κύκλος του Ρανκίν. άλλοι τύποι κ. Άλλος τύπος κ. είναι ο κ. στήλης ύδατος. Πρόκειται για μηχανή με έμβολο που λειτουργεί με νερό υπό πίεση. Στις περιοχές όπου φυσούν σταθεροί άνεμοι συνηθίζεται η εκμετάλλευση της αιολικής ενέργειας με ανεμοκινητήρες. Αυτοί συνήθως αποτελούνται από μία έλικα με προσανατολιζόμενα πτερύγια, η οποία συνδέεται με έναν άλλο κατακόρυφο άξονα με έναν άξονα και με οδοντωτούς τροχούς. Το σύστημα προσανατολίζεται αυτόματα με τον άξονα της έλικας, κάθετο προς τη διεύθυνση του ανέμου, οπότε τα πτερύγια, στερεωμένα υπό γωνία, προκαλούν μια ροπή περιστροφής εξαιτίας της αεροδυναμικής πίεσης. Ορισμένοι κ. ειδικού τύπου εκμεταλλεύονται τη δυναμική ενέργεια, η οποία έχει εναποθηκευτεί προηγουμένως σε ένα ελατήριο (ρολόγια, παιχνίδια κ.ά.) ή σε ένα βάρος, το οποίο έχει αρθεί σε ορισμένο ύψος (ρολόγια πύργων). Επιμήκης τομή, κάτω εγκάρσια τομή? 1) σώμα του κινητήρα? 2) στροφέας? 3) κινητό πτερύγιο? 4) κύλινδρος? 5) λήψη αέρα του κυλίνδρου? 6) λήψη αέρα στο εσωτερικό του πτερυγίου? 7) περιστρεφόμενος άξονας? 8) ρυθμιστής ταχύτητας? 9) συσκευή λίπανσης? 10) περιστρεφόμενο έδρανο (οπίσθιο τμήμα)? 11) έξοδος του άερα από το εσωτερικό του πτερυγίου? 12) περιστρεφόμενο έδρανο (πρόσθιο τμήμα)? 13) κύρια έξοδος του αέρα από τον κύλινδρο? 14) έξοδος του αέρα που παρέμεινε στον κύλινδρο. Τύπος βενζινοκινητήρα. Πάνω, σχηματική παράσταση λειτουργίας και, κάτω, σχετικό διάγραμμα: 1) βαλβίδα εισαγωγής? 2) διασκορπιστής? 3) βαλβίδα εξαγωγής? ΑΝΣ) άνω νεκρό σημείο? ΚΝΣ) κάτω νεκρό σημείο. Οι φάσεις, από αριστερά, είναι οι εξής: εισαγωγή του αέρα? απόπλυση του κυλίνδρου και συμπίεση? έναυση του καυσίμου, καύση, εκτόνωση? εξαγωγή καπναερίων. Πάνω, σχηματική παράσταση λειτουργίας και, κάτω, σχετικό διάγραμμα διανομής: 1) βαλβίδα εισαγωγής? 2) διασκορπιστής? 3) βαλβίδα εξαγωγής? ΑΝΣ) άνω νεκρό σημείο? ΚΝΣ) κάτω νεκρό σημείο. Οι φάσεις, από αριστερά, είναι οι εξής: εισαγωγή του αέρα? έναυση του καυσίμου, καύση, εκτόνωση? εξαγωγή καπναερίων. Οι σχεδιαστές και οι κατασκευαστές κινητήρων αποσκοπούν στη μείωση των απωλειών της ενεργειακής μετατροπής, σε σχέση με την αύξηση της απόδοσης? στη φωτογραφία ο κινητήρας ενός αυτοκινήτου Formula 1(φωτ. ΑΠΕ). Στη φωτογραφία, ηλεκτρικός κινητήρας με στεγανό περίβλημα. 1) Περιέλιγμα του στάτη∙ 2) στροφέας∙ 3) περιέλιξη του στροφέα∙ 4) έδρανα στήριξης∙ 5) κινητήριος άξονας∙ 6) δακτύλιοι∙ 7) ψήκτρες∙ 8) ακροδέκτες σύνδεσης με τη γραμμή τροφοδοσίας∙ 9) ακροδέκτες σύνδεσης με τον ροοστάτη εκκίνησης. Σχηματική παράσταση του κινητήρα: Α) γραμμή τροφοδοσίας· Β) περιέλιξη του στάτη· Γ) περιέλιξη του στροφέα· Δ) δακτύλιο· Ε) ψήκτρες· Ζ) ροοστάτης εκκίνησης. Κινητήρας ντίζελ, στον οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο το πετρέλαιο.
* * *
ο (Α κινητήρ, -ῆρος) [κινώ]
αυτός που κινεί κάτι, αυτός που δίνει κίνηση σε κάτι («ὁ κινητὴρ δὲ γᾱς», Πίνδ.)
νεοελλ.
1. (μηχανολ.) είδος μηχανής που μετατρέπει μη μηχανική ενέργεια, φυσικής ή τεχνητής προέλευσης, σε κινητική ενέργεια η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κίνηση μηχανικών συγκροτημάτων που παράγουν ωφέλιμο έργο χωρίς την καταβολή μυϊκής δύναμης
2. φρ. α) «σύγχρονος κινητήρας» — ηλεκτρική μηχανή που μετατρέπει την ηλεκτρική ισχύ εναλλασσόμενου ρεύματος σε μηχανική ισχύ, χρησιμοποιώντας διέγερση συνεχούς ρεύματος
β) «υδραυλικός κινητήρας» — χαρακτηρισμός μηχανής που μετατρέπει σε μηχανική ενέργεια τη δυναμική ενέργεια ελαίου υπό πίεση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κινητήρας — ο μηχάνημα που μπορεί να κινήσει άλλο μηχανισμό ή καθετί που μπορεί να μεταδώσει κίνηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αερόψυκτος κινητήρας — Κινητήρας εσωτερικής καύσης που ψύχεται με αέρα. Στις μηχανές εσωτερικής καύσης η θερμοκρασία φτάνει σε επίπεδα που δεν επιτρέπουν την καλή λειτουργία τους και γι’ αυτό είναι απαραίτητο ένα σύστημα για την ψύξη τους. Υπάρχει ο υδρόψυκτος τύπος… …   Dictionary of Greek

  • αεροκινητήρας — Κινητήρας που λειτουργεί με τη δύναμη του ανέμου. Ορθότερα, ανεμοκινητήρας (βλ. λ.). Α. λέγεται και η κινητήρια μηχανή των βαρύτερων του αέρα πτητικών συσκευών, που προκαλεί την ανύψωση των αεροσκαφών (βλ. λ. αεροπλάνο). * * * ο τεχνολ. κινητήρας …   Dictionary of Greek

  • αυτοκίνητο — Όχημα το οποίο κινείται με κινητήρα που έχει πάνω του και το οποίο δεν σέρνεται από εξωτερική δύναμη. Γενικά χερσαίο όχημα που είναι κατασκευασμένο για να κινείται κατά κανόνα σε δρόμους και αντλεί την απαραίτητη για την κίνησή του ωστική δύναμη… …   Dictionary of Greek

  • μοτοσικλέτα — Οδικό όχημα με κινητήρα και δύο (ή σπανιότερα τρεις) τροχούς, για μεταφορά προσώπων ή και εμπορευμάτων. Όπως το αυτοκίνητο προήλθε από τις άμαξες, στις οποίες τοποθετήθηκαν κινητήρες ατμού ή εσωτερικής καύσης, έτσι και οι πρώτες μ. γεννήθηκαν από …   Dictionary of Greek

  • βενζινάκατος — Ταχύ σκάφος μικρού εκτοπίσματος, εφοδιασμένο με έναν ή δύο κινητήρες εσωτερικής καύσης. Τα κριτήρια και τα υλικά για την κατασκευή των β. είναι όμοια με αυτά που εφαρμόζονται για άλλα πλωτά μέσα μικρών διαστάσεων. Το μεγαλύτερο μέρος του σκάφους… …   Dictionary of Greek

  • αεροπλάνο — Αεροσκάφος βαρύτερο από τον αέρα, που διατηρείται σε πτήση χάρη στην αεροδυναμική δράση που ασκείται πάνω στις πτέρυγές του, εξαιτίας της ταχύτητας που τού προσδίδει το σύστημα προώθησης. Υπάρχουν πολλοί τύποι επιβατικών, μεταφορικών και… …   Dictionary of Greek

  • μηχανή — I Με γενική έννοια μ. είναι κάθε διάταξη κατάλληλη να εκμεταλλεύεται μια ορισμένη μορφή ενέργειας για να επιτελέσει ένα έργο ή για να τη μετατρέψει σε μια άλλη μορφή ενέργειας. Οι μ. που συνήθως ονομάζονται απλές (μοχλός, σκοινί, κεκλιμένο… …   Dictionary of Greek

  • Ντέμλερ, Γκότλιμπ — (Gottlieb Daimler, Σόρντορφ, Βίρτεμπεργκ 1834 – Μπαντ Κάνστατ, Στουτγκάρδη 1900). Γερμανός μηχανικός και εφευρέτης. Διπλωματούχος του πολυτεχνείου της Στουτγκάρδης, εξασκήθηκε πρακτικά στη Μεγάλη Βρετανία και στη Γερμανία, όπου διηύθυνε τη… …   Dictionary of Greek

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”